___________
ΣΗΜ. Δε σημαίνει πως παίζει αυτή η κιθάρα που εικονίζεται.
Ο,τι ξαφνιάζει ευχάριστα ή δυσάρεστα. Ο,τι δεν ξαφνιάζει καθόλου. Ο,τι έχω σκεφτεί ή χρειάζεται να το σημειώσω για να το ξανασκεφτώ. Ο,τι συμβαίνει γύρω ή μέσα ή πέρα. Πέρα βρέχει, μέσα βρέχει, έξω βρέχει και ήλιος πουθενά ή κάνω λάθος? Μπορεί, όλα είναι πιθανά.
Χρόνια πολλά μανούλα μου!
Αρχινά το λοιπόν
ο χορός των λιπών
οβελίας, κρασί, κοκορέτσι
δάκρυ, γέλιο, φυγή
να μικραίνει η πληγή
να μη μείνει αυγό στο κοτέτσι!
Ο Larry ξυπνά ένα πρωί και δεν θυμάται τίποτε. Ούτε καν τ' όνομά του. Είναι κυριολεκτικά, ο Κανένας!
Περιπλανώμενος σε μια άγνωστη, ζοφερή μητρόπολη και προσπαθώντας να βρει ποιος είναι και τί τού συμβαίνει, ανακαλύπτει μια προηγμένη τεχνολογικά –αλλά και εξαθλιωμένη- κοινωνία η οποία αντιμετωπίζει μια πρωτοφανή απειλή. Τα πράγματα και οι άνθρωποι χάνουν αιφνιδίως το βάρος τους και πετούν στο διάστημα. Για να μην διαλυθούν στο χάος κατασκευάζουν ένα απέραντο δίκτυο ασφαλείας που τους συγκρατεί καλύπτοντας ολόκληρο τον πλανήτη.
Ο Larry αναζητώντας ταυτότητα και νόημα μέσα σ' αυτόν τον παρανοϊκό κόσμο όπου κάθε ανθρώπινη αξία και βεβαιότητα συντρίβονται, παρασύρεται σ' έναν κυκεώνα από ιλαροτραγικές περιπέτειες με τρομοκράτες, επιθεωρητές ασφαλείας, εικονικά όντα, κλπ.
Στο τέλος, και καθώς η μητρόπολη διαλύεται, ανακαλύπτει πως ό,τι έζησε –δηλ. ο ζοφερός τεχνολογικός κόσμος και οι περιπέτειές του μέσα σ' αυτόν- ήταν ένας μύθος του ίδιου του τού μυαλού. Αφού λοιπόν όλα είναι μια διήγηση, ο Larry αναζητεί και βρίσκει την πρώτη εκείνη λέξη με την οποία θ' αρχίσει η ιστορία ενός άλλου –πιο φωτεινού αυτή τη φορά- κόσμου.
Κατά τας επομένας ώρας περιεπλανώμην ασκόπως υπό βροχής, ανέστιος, αποτεθαρρημένος, ρυπαρός τε και πεινών, σκοντάπτων ως προς τους πόδας παραπαίων ως προς τας φρένας. Οπίσω μου ο κύων εγρύλλιζεν ανήσυχος δεικνύων τους οδόντας του προς αοράτους εχθρούς. Δις ή τρις εστράφην, αλλ' ουδένα ιδών εξηκολούθησα την μοναχικήν μου πορείαν.
Αφνιδίως ησθάνθην να εγκαταλείπω το πεζοδρόμιον, να χάνω την επαφήν μετά του εδάφους, αιθεραβατών έκπληκτος, ανερχόμενος άφωνος, υψούμενος άνευ βάρους! Ο κύων υλάκτησεν αγρίως και πηδήξας εδάγκασεν τον αριστερόν μου πόδα εμπήξας τους κυνόδοντας του εντός του γαστροκνημίου μου με προφανή σκοπόν όπως σταματήση την ανοδικήν μου πορείαν.
Όντως! Το βάρος του ζώου εξισορροπούν την άνωσιν ανέκοψεν την ανύψωσιν εις τρόπον ώστε άνθρωπος και κύων ευρέθημεν ενάεροι έν περίπου μέτρον υπέρ της επιφανείας τού εδάφους παρασυρόμενοι οριζοντίως υπό του παγερού ανέμου προσκρούοντες επί προσόψεων και πινακίδων.
Ησθανόμην τους κοπτερούς κυνόδοντας να σχίζωσιν βραδέως κι οδυνηρώς την σάρκαν μου, εκβάλλων διάτορον κραυγήν πόνου, έως ότου ο δήκτης κύων απεχωρίσθη του ποδός μου πέσας επί του εδάφους, ενώ εγώ ηκολούθουν ανιούσαν τροχιάν, κινών σπασμωδικώς χείρας τε και πόδας.
Εναεριζόμενος, μεταρσιούμενος, την των στιγμών υστάτην, ενεπλάκην εν τω εκ σχοινίων πλέγματι, ακινητοποιηθείς εις μέγα ύψος ως παγιδευθέν έντομον εντός τεραστίου ιστού αράχνης. Έτρεμον εκ του ψύχους, έφριττον υπό του τρόμου!
Τότε ο υετός έπαυσεν επ' ολίγον, και εν τω ανοίγματι τ' ουρανού ενεφανίσθη ο αργυρούς δίσκος της σελήνης πλέων γαλήνιος κι ατάραχος εν μέσω τρικυμίας μελανών νεφών άτινα εφέροντο ταχέως υπό ισχυρών ανέμων. Καλυπτομένη υπό ομβροφόρων νεφελών και πάλιν εμφανιζομένη η μεγαλοπρεπής σελάνα, προσέδιδεν εις το εξωπραγματικόν Λονδίνον μεταλλικάς αποχρώσεις, ενώ αι άπειροι κρεμάμεναι εκ του ιστού σταγόνες εξέπεμπον gris argent και gris perle λάμψεις.
Μετέωρος, συνειλημμένος υπό της σαγήνης εντός τρομακτικής θαλάσσης, εκοίταζον εκστατικός τ' ανεξιχνίαστα σημεία των θεών, ενώ την ζοφεράν ποιητικότητα των στιγμών επέτεινον αι φθάνουσαι έως της πανσελήνου θρηνητικαί ουρανομήκεις ωρυγαί τού εις μέγα βάθος κάτωθεν ευρισκομένου κυνός.
Μ' εμπεπηγμένους όνυχας κι οδόντας εντός των βεβρεγμένων σχοινίων συνεκρατούμην έντρομος κι ασάλευτος πασχίζων ν' αντέξω και να μην αποκοιμηθώ. Τότε είδα διερχόμενον βραδέως προ της αργυράς πανσελήνου σκιάγραμμα –κ. σιλουέτα- τεραστίου αεροπλοίου τύπου τζέππελιν, γεγονός το οποίον απέδωσα εις πλαναισθησίαν λόγω εξαντλήσεως, και προβλέπων ότι αι δινάμεις μου θα μ' εγκατέλειπον οσονούπω, προσεδέθην δια λόγους ασφαλείας εις το πλέγμα δια του λαιμοδέτου και της ζώνης της περισκελίδος.
Βαθμιαίως το βάρος μου επανήλθεν και έρπων επί του ολίσθηρού πλέγματος ηύρον πρότονον σχοινίον τη βοηθεία του οποίου κατερριχήθην έως του εδάφους προσγειωθείς εις ερημικήν τοποθεσίαν. Συρθείς δε δια των τελευταίων μου δυνάμεων υποκάτω γεφύρας αρτηρίας οδού ελιποθύμησα μεταξύ εφθαρμένων επισώτρων και κατεστραμμένων αυτοκινήτων
(συνεχίζεται)
______________________
ΣΗΜ. Τα ρόδια είναι ακουαρέλλα της ζωγράφου Μερόπης Πρέκα