Μόλις τέλειωσα το Λύκειο (Γυμνάσιο το λέγαν τότε) άρχισε το παραμύθι και η υπνοπαιδεία περί του προορισμού του ανθρώπου, από το γυναικείο πληθυσμό της οικογένειας, όπου οι γυναίκες ήταν πολύ περισσότερες. Ο πατέρας μου, ευτυχώς, δε λάβαινε θέση και ήταν μονίμως υπέρ της ελευθερίας του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μου. Θυμάμαι τον πατέρα μου ως το μοναδικό πρόσωπο στην οικογένεια που με έβλεπε ως άνθρωπο, γενικώς.
Επλενα σαν καλή κόρη τα πιάτα μετά το φαγητό, ερχόταν η μανούλα μου να μου ψιθυρίσει τα περί προορισμού (μου) και να με ψαρέψει αν "τρέχει κάτι". Φυσικά και έτρεχε, αλλά δεν είχα σκοπό να εκμυστηρευτώ στον εχθρό μου για να του δώσω όπλα να με πολεμήσει. Χαζή ήμουν; Οχι. Επλενα τα πιάτα λοιπόν κι έτρεχα γραμμή να διαβάσω για να ετοιμαστώ για το φροντιστήριο. Διάβαζα μετά μουσικής σε ρυθμό κομπρεσέρ, επειδή εκείνο ακριβώς το καλοκαίρι σκάβανε το δρόμο μας αλληλοδιαδόχως η ΔΕΗ, ο ΟΤΕ, το ΝΕΡΟ, η ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗ. Και στη συνέχεια, αφού ο ένας μπάλωνε τις κακοτεχνίες, μετά ερχόταν να σκάψει ο επόμενος. Διάβαζα παρ' όλ' αυτά και έμαθα να συγκεντρώνομαι με θόρυβο. Μάλιστα, με βοηθά ο θόρυβος και το αλαλούμ στη συγκέντρωση του νου ίσαμε τώρα.
Τέλειωσε το καλοκαίρι κι έπρεπε να διαλέξω πού θα δώσω εξετάσεις. Τότε δίναμε εξετάσεις στη σχολή που μας ενδιέφερε, νομίζω ήταν η τελευταία χρονιά που εφαρμόστηκε αυτή η μέθοδος. Μετά άρχισε το Ακαδημαϊκό Απολυτήριο, οι Πανελλήνιες, κλπ, πράγματα που δεν τα γνωρίζω αφού δεν τα έζησα. Διάλεξα τα δυο Πολυτεχνεία (ΕΜΠ και Θεσσαλονίκη) και το Φυσιογνωστικό Αθήνας, τρεις σχολές δηλαδή. Η Μάνα μου γυρόφερνε τον πατέρα μου να μου απαγορέψει να πάω στη Θεσσαλονίκη και εκείνος, τι να κάνει ο άνθρωπος, την καθησύχαζε λέγοντάς της "κι αν πάει, νομίζεις πως θα πετύχει;"
Εδωσα πρώτα στο ΕΜΠ, είχα του κόσμου τις ατυχίες, ήταν και το βάπτισμα του πυρός, χάλια τα πήγα και φυσικά δεν πέρασα. Είχα και τη μανούλα να με ξυπνάει από του Θεού τα χαράματα για να ετοιμαστώ τάχα μου, άστα να πάνε. Μετά, έδωσα στο Φυσιογνωστικό και τα πήγα λίγο καλύτερα. Την επόμενη βδομάδα βρέθηκα -με μια θεία να με συνοδεύει- στη Θεσσαλονίκη! Χάρμα πόλη, είχε και Εκθεση, χαμός γινότανε! Η θεία (αδερφή του παπού μου) είχε πολλές γνωριμίες στη πόλη αυτή και κάθε βράδυ μας βγάζανε έξω να μας περιποιηθούν. Ολο στην Εκθεση μας πήγαιναν και, φυσικά, διασκεδάζαμε ως αργά. Σα ντουβάρι έπεφτα για ύπνο τα βράδια, αλλά τα πρωινά ξυπνούσα ελαφριά σαν πουλάκι, έτρωγα κάτι στα πεταχτά κι έτρεχα να γράψω. Η όλη κατάσταση με ωφέλησε φαίνεται, γιατί κατάφερα να περάσω! Με τους τελευταίους, ίσως δυο τρεις θέσεις πριν από τον τελευταίο, αλλά αυτό δεν έχει καμιά σημασία: ένας στους δεκατρείς πετύχαιναν τότε στη σχολή μου.
Ολα καλά λοιπόν και πριν κλείσω τα δεκαοχτώ βρέθηκα μόνη σε μια παγωμένη πολιτεία που δεν έμοιαζε καθόλου με την καλοκαιρινή ξεφαντώστρα. Μόλις εγκαταστάθηκα, βγήκανε τα αποτελέσματα του Φυσιογνωστικού και είχα πετύχει και κει πέρα, αλλά ούτε λόγος να δεχτώ να γυρίσω σπίτι. Βεβαίως και ξεκίνησα την ερωτική μου καριέρα. Λίγο απότομα, με ένα εξαιρετικά βίαιο εραστή, αλλά έφταιγα και 'γώ που ήμουν εντελώς απροετοίμαστη. Για προορισμό μου λέγανε, αλλά για το πώς και το τί ούτε κουβέντα, και τα πλατωνικά ενδιαφέροντά μου στην Αθήνα, τα διανθισμένα με ολίγη από φιλάκι και μισή από χαδάκι δε γινόταν να γεφυρώσουν το χάσμα της άγνοιας. Πληγώθηκα βαριά, που λένε, του έδωσα τα παπούτσια στο χέρι και έκανα δυο ολόκληρα χρόνια να ξαναθέλω σύντροφο. Κατόπιν, όλα έρχονταν εύκολα, επειδή ανακάλυψα το ατού της δύσκολης.
Οταν λοιπόν μια γυναίκα είναι δύσκολη, μαζεύονται ένα σωρό παρατρεχάμενοι γύρω της. Εχει πολλά πλεονεκτήματα αυτή η φάση: Υπάρχει πάντα κάποιος (όταν λέμε "κάποιος" αυτό μπορεί να σημαίνει και "περισσότεροι από έναν" και όχι τον ίδιο "κάποιο" σε σταθερή βάση) να σου δείχνει τα μαθήματα, κάποιος να σε πηγαίνει σινεμά, κάποιος άλλος να βοηθάει στο κουβάλημα διαφόρων πραγμάτων, κάποιος να φροντίζει για εκδρομές και τσιμπούσια, κλπ, στοχεύοντας σε αυτό που κατέχει κάθε γυναίκα αλλά οι περισσότερες αγνοούν την αξία του στο χρηματιστήριο του αντρικού πόθου. Με δυο λόγια, ένοιωθα πανευτυχής! Οταν κάπου κάπου έκανε την εμφάνισή της η υπνοπαιδεία του προορισμού του ανθρώπου, είχα το σθένος να την παραμερίζω.
Πέρασαν τα χρόνια, συνήψα και μερικούς δεσμούς που διαλυόντουσαν μόλις δεν ενέδιδα σε πιέσεις γνωριμίας στενής με οικογενειακά περιβάλλοντα, συζητήσεις περί παιδιών, εκκλησιών, νυφικών, κλπ κλπ. Κάποιους τους παρηγορούσα κιόλας, έκλαιγαν και ένοιωθα δύσκολα να έχω κάποιον να κλαίει γονατιστός, αλλά έμενα ανένδοτη. Ωσπου το σκέφτηκα το πράγμα, μετά από πίεση των δικών μου, και είπα "ας πάει και το παλιάμπελο" κι έκανα τον πρώτο μου γάμο που κράτησε τρεις μήνες. Θυμάμαι όταν με πήγαινε με το αυτοκίνητο ο πατερούλης μου στην εκκλησία και ψιλόβρεχε, που με ρώτησε πλησιάζοντας τη στροφή για το ναό "Να στρίψω τώρα; Τι λες;" και απάντησα θαρραλέα "Στρίψε πατέρα!" και έστριψε και έγινε το μυστήριο. Σκέφτηκα κυρίως όλους τους καλεσμένους που είχανε φέρει και του κόσμου τα δώρα και δε μου ερχόταν καλά να τους αφήσω σύξυλους χωρίς θέαμα. Μια παράσταση ήταν για μένα.
Ο γάμος εκείνος άρχισε μετά την αίτηση διαζυγίου. Χωρίσαμε πολύ εγκάρδια και, ώσπου να βγει το χαρτί που θα μας χώριζε κανονικά, το γλεντήσαμε υπέροχα! Γνωρίζω καλά όλα τα πολυτελή ξενοδοχεία Αθηνών και περιχώρων, όπου πηγαίναμε με τη βούλα του παπά ως νεόνυμφοι -τρεις μήνες ως ενάμισι χρόνο νεόνυμφος λογίζεσαι, έτσι δεν είναι;- και περνάγαμε ζάχαρη! Τι μήνας του μέλιτος, λένε, εμείς διαζύγιο του μέλιτος περάσαμε! Ο προορισμός του ανθρώπου έκανε την εμφάνισή του καναδυό φορές, μια στην αρχιεπισκοπή όπου ένας αρχιμαντρίτης πήγε να μας τουμπάρει κι άλλη μια όταν η γιαγιά μου με κοίταξε περιμένοντας απάντηση για δισεγγονάκι, αλλά δεν έκαμψε την αποφασιστικότητά μου.
Κατόπιν, άρχισε το κυνήγι της καριέρας και ο προορισμός του ανθρώπου έμενε σε αφασία, για να μη πω σε κωματώδη κατάσταση. Γνωριμίες, γλέντια, φάσεις, κόσμος πηγαινοερχόταν, παρακάλια, απειλές, μεγάλα μέσα, κλπ, τίποτε όμως δε με έκανε να λυγίσω, ώσπου έφτασε η μέρα που κάτι, μια μικρή ζωούλα, βρέθηκε -κατά λάθος ή εξεπίτηδες- να σκιρτάει μέσα μου. Το ζύγισα από δω, το μέτρησα από κει, είδα ότι με παίρνει να το επιχειρήσω και να εκπληρώσω επιτέλους τον προορισμό μου ως άνθρωπος και ως γυναίκα, μάνα, μητέρα, μαμά, κλπ. Είχα μια καλή οικονομική βάση, ένα σύντροφο ενδιαφέροντα που διασκεδάζαμε μαζί, δουλεύαμε μαζί, με κοινά γούστα, ένοιωθα ότι θα μπορούσα να του αφοσιωθώ, όταν του ανήγγειλα το γεγονός χάρηκε, δέχτηκε και τη λόξα μου που δεν ήθελα γάμο και φανφάρες κι έτσι γεννήθηκε η πρώτη μου κορούλα. Την ώρα ακριβώς που την ήθελα ολόψυχα.
Πέρασα μερικές από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής μου ως έγκυος. Το είχα αποφασίσει ότι δε θα στερούσα τίποτε από τον εαυτό μου με δικαιολογία το παιδί, ώστε να μη το χρεώνω κατόπι με "θυσίες" και πράσιν' άλογα (πράσσειν άλογα είναι, αλλά μου αρέσουν τα ζωάκια). Μετά από ένα χρόνο σχεδόν, πέσανε διάφοροι να με πείσουν να δεχτώ ένα γάμο. Και την έκανα την αμαρτία και παντρεύτηκα. Και ήρθε και το δεύτερο μωράκι. Και έκοψε ρόδα μυρωμένα ο μπαμπάς τους και μη τον είδατε τον Παναή. Ετσι είναι, έτσι συμβαίνει συχνά, όταν πέφτουν ευθύνες και βάρη μαζεμένα ο ένας λακίζει. Να πω ότι δε μ' ένοιαξε θα είναι ψέμα. Δεκάξι μέρες πήγαινα στο πάρκο με το μωρό εφτά μηνών στο καρότσι και κάναμε κούνια. Αξημέρωτα, από τις πέντε το πρωί, να μη μας κάψει ο ήλιος γιατί ήταν καλοκαίρι. Κούναγα το μωρό, η μεγάλη ήταν σε συγγενείς για τα μπάνια της, και τραγουδούσα και του έλεγα αστειάκια, και άδειαζα το μυαλό μου. Ισαμε τις έντεκα που επιστρέφαμε στο σπίτι για να φάει και να μπανιαριστεί, βρισκόμουν σε κατάσταση ούφο. Με το που έφτασε η δέκατη έβδομη μέρα, είχα πάρει τις αποφάσεις μου.
Είναι δύσκολο ίσως να φανταστεί κάποιος πόσο δυνατή είναι μια γυναίκα, ιδίως όταν έχει εκπληρώσει τον προορισμό της. Μέσα σε μια στιγμή βρέθηκα από τα σύννεφα στα τάρταρα, χωρίς δουλειά, χωρίς πεντάρα τσακιστή, με δυο παιδιά να σκέφτομαι τι να κάνω και τα κατάφερα και πήρα μπρος και μάλιστα με πολλή φόρα! Μου λέγανε διάφοροι καλοθελητές εναντίον του και πώς να τον κυνηγήσω και απαντούσα "να είναι καλά όπου είναι και να μη μας φέρνει δυσκολίες". Δεν είναι όλοι οι άντρες γεννημένοι πατεράδες, έτσι φαίνεται, εκείνος σίγουρα δεν ήταν.
Πέρασα πολλά λούκια, στερήθηκα αυτό που λένε "προσωπική ζωή" αλλά χαλάλι. Σπίτι, σχολείο, γραφείο, όλα ένα γύρω, σε απόσταση αναπνοής. Ενα δωμάτιο στο γραφείο για τα παιδιά, ερχόντουσαν μετά το σχολείο, τρώγαμε, διάβαζαν, ξεκουραζόντουσαν, το βράδυ επιστροφή στο σπίτι. Η πιο δημιουργική περίοδος της ζωής μου. Χίλια πράγματα κατάφερνα να σκαρώνω. Τύχαινε δουλειά μακριά από την πόλη μου; Ολοι μαζί πηγαίναμε, πάλι σπίτι, σχολείο, γραφείο ένα γύρω. Ενοιωθα ασφάλεια, μοιραζόμουν, χαριζόμουν και λάβαινα χαρίσματα. Είναι κάτι διαφορετικό ο προορισμός του ανθρώπου; Για μένα, είναι αυτό ακριβώς -και εξακολουθεί να είναι το ίδιο: Μοίρασμα, ξόδεμα, χάρισμα του εαυτού μου, και ευχαριστώ τα παιδιά μου γιατί μέσα από τη σχέση μαζί τους το έμαθα.